Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

Η ατομική σύμβαση του ιδιωτικού εκπαιδευτικού

Η ατομική σύμβαση ενός ιδιωτικού εκπαιδευτικού είναι το άθροισμα των πάγιων αποδοχών «μετά των πάσης φύσεως επιδομάτων». Αυτό περιγράφει τον πραγματικό μισθό του εκπαιδευτικού (άρθρο 36, παρ. 1, ν. 682/77):

Αποδοχαί
Αρθρον36 
1.  Οι Ιδιωτικοί Εκπαιδευτικοί λαμβάνουν τουλάχιστον τας εκάστοτε αποδοχάς  των ομοιοβάθμων των δημοσίων εκπαιδευτικών μετά των πάσης φύσεως επιδομάτων

Η ΑΤΟΜΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΕΝ ΑΝΑΤΡΕΠΕΤΑΙ, ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΓΡΑΦΗ/ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ

Όταν στις αρχές του 2011 έγινε προσπάθεια εκ μέρους των ιδιοκτητών ιδιωτικών σχολείων να περικοπούν αποδοχές και ειδικά επιδόματα, η Ομοσπονδία απηύθυνε ερώτημα που προκάλεσε την έκδοση γνωμοδότησης του Υπουργείου Εργασίας (ΑΠ 355/28/17-1-2011), σύμφωνα με την οποία οι αποδοχές του ιδιωτικού εκπαιδευτικού, συμπεριλαμβανομένων τυχόν επιδομάτων σχολείου, είναι μέρος της πάγιας ατομικής σύμβασης λόγω επιχειρησιακής συνήθειας, που έχει ισχύ όρου σύμβασης εργασίας.  Η συγκεκριμένη απόφαση έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι αναγνωρίζει το ν.682/77 ως το κατώτατο όριο των αποδοχών στη θέση της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας που, με τις πρόσθετες αποδοχές (επιδόματα, Μ.Κ., αυξήσεις εισοδηματικής πολιτικής, κ.λπ.) των επόμενων ετών, συγκροτούν πάγια ατομική σύμβαση του ιδιωτικού εκπαιδευτικού, η οποία δεν ανατρέπεται παρά μόνο με συναίνεση του εργαζόμενου.
Αυτό ουσιαστικά σημαίνει πως δεν μπορεί να γίνει καμιά βλαπτική μεταβολή των όρων της σύμβασης (άρα και των αποδοχών) ενός εκπαιδευτικού, εάν αυτός δεν υπογράψει. Η βλαπτική μεταβολή δεν αφορά μόνο τις πάγιες αποδοχές αλλά και τα επιδόματα που δίδονται για μακρό χρονικό διάστημα (πχ, επίδομα σχολείου).

Η ΜΗ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΣΕ ΤΥΧΟΝ ΝΕΑ ΣΥΜΒΑΣΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥ «ΕΞ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΤΗΤΟΣ» ΜΠΟΝΟΥΣ, Ή ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ;
Αυτό που ανακοινώνεται σε κάποια σχολεία, ότι δηλ. θα χορηγεί εξ ελευθεριότητος και μόνο στους εκπαιδευτικούς το 50% ή άλλο ποσοστό της απώλειας του μηνιαίου μισθού, μπορεί να υλοποιηθεί μόνο εάν το δεχτούμε εμείς με την υπογραφή μας.
   Εκτιμούμε πως σε σχολεία που όλα αυτά τα χρόνια έχουν πορευτεί με αρμονική συνεργασία διοίκησης και εκπαιδευτικών δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν μονομερείς αποφάσεις, χωρίς ουδεμία συνεννόηση, χωρίς διάλογο.

 ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΟΛΟΓΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΕΡΠΑΤΑΡΗ
ΚΑΜΙΑ ΒΛΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ (ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΛΟΝΙΣΕΙ ΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΑΤΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ):
 α. Από τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 και 3 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 361 και 648 του Αστικού Κώδικα, που κατοχυρώνει την συμβατική ελευθερία και στο πεδίο της σύμβασης εργασίας, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι όροι εργασίας μπορούν να τροποποιούνται με τη σύναψη νέας ατομικής σύμβασης εργασίας, η οποία είναι δυνατόν να συμβεί οποτεδήποτε, καθώς τα μέρη απολαμβάνουν συμβατικής ελευθερίας.
Η παραπάνω όμως συμβατική ελευθερία γνωρίζει τον ακόλουθο περιορισμό: Με τη σύναψη της ατομικής σύμβασης δεν επιτρέπεται να παραβιάζονται κανόνες αναγκαστικού χαρακτήρα, ή διατάξεις που θεσπίζουν κατώτατα όρια προστασίας υπέρ των εργαζομένων (Λεβέντης, Η Μεταβολή των όρων της Συμβάσεων Εξαρτημένης Εργασίας, 1990, 64 επ.).
Από τους πλέον ουσιώδεις όρους εργασίας είναι ο μισθός, ο οποίος καθορίζει την αντιπαροχή του εργοδότη για την παροχή της εργασίας από τον εργαζόμενο.
Ο μισθός δεν μπορεί να μειωθεί μονομερώς από τον εργοδότη, με την επίκληση του διευθυντικού δικαιώματος, καθώς το διευθυντικό δικαίωμα συναρτάται με την παροχή του εργαζόμενου και όχι με την αντιπαροχή που οφείλει ο εργοδότης (Ζερδελής Εργατικό Δίκαιο 2007, σελ. 752 επ).
Ο μισθός διακρίνεται σε νόμιμο, ο οποίος καθορίζεται από τα εκάστοτε ισχύοντα κατώτατα όρια που θεσπίζουν οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, και στον συμβατικό μισθό, ο οποίος είναι αποτέλεσμα της απευθείας διαπραγμάτευσης εργοδότη και εργαζόμενου. Σε κάθε περίπτωση, ο συμβατικός μισθός δεν μπορεί να υπολείπεται του νομίμου μισθού, ενώ κάθε τυχόν αντίθετη συμφωνία είναι άκυρη.
Ο νόμιμος μισθός μπορεί να μειωθεί με την σύναψη μεταγενέστερης συλλογικής σύμβασης εργασίας (ή και διαιτητικής απόφασης) του αυτού πεδίου ισχύος, η οποία να προβλέπει μισθό κατώτερο από αυτόν που προέβλεπε η προηγούμενη συλλογική σύμβαση. Τούτο είναι δυνατό και επιτρεπτό καθώς στις συλλογικές συμβάσεις ισχύει η διαδοχή τάξεων, δηλαδή η μεταγενέστερη καταργεί την προηγούμενη, ανεξαρτήτως εάν η προηγούμενη είναι πιο ευνοϊκή (lex posterior derogat legi priori).
Η μείωση του συμβατικού μισθού προϋποθέτει νέα συμφωνία των μερών, δηλαδή εργοδότη και εργαζόμενου, η οποία είναι έγκυρη εφόσον δεν προσκρούει σε διατάξεις αναγκαστικού δικαίου ή στα χρηστά ήθη, σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να γίνει μονομερώς από τον εργοδότη.
Συνεπώς μόνο με νέα συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου μπορεί να καθοριστεί μειωμένος μισθός, χωρίς βέβαια ο νέος μισθός να υπολείπεται των κατωτάτων ορίων που θεσπίζονται από τις εκάστοτε ισχύουσες ρυθμίσεις των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Η συμφωνία μείωσης του μισθού μπορεί να είναι και σιωπηρή. Εάν ο εργοδότης μειώσει τον μισθό μονομερώς, και ο εργαζόμενος παρότι γνωρίζει σαφώς την μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων της σύμβασής του, εξακολουθεί να παρέχει αδιαμαρτύρητα την εργασία του για μακρό χρονικό διάστημα, τότε καταρτίζεται σιωπηρά τροποποιητική συμφωνία της αρχικής σύμβασης (ΑΠ 1455/2003, ΔΕΝ 2004, 876, Ζερδελής, ό.π.).

β. Από το μισθό διακρίνονται οι οικειοθελείς παροχές που χορηγεί ο εργοδότης προς τον εργαζόμενο, με αποκλειστική πρωτοβουλία του πρώτου, χωρίς να επιβάλλονται από τον νόμο ή από άλλη κανονιστική διάταξη.
Σύμφωνα με τη νομολογία, κάθε παροχή, ως προς την οποία ο εργοδότης έχει επιφυλάξει δικαίωμα ανάκλησης, θεωρείται οικειοθελής, και δεν δημιουργείται συμβατική δέσμευση για  την καταβολή της, ακόμα και αν χορηγείται τακτικά ως συμπληρωματική των λοιπών αποδοχών.
Η επιφύλαξη αποτελεί νόμιμο όρο ανάκλησης μιας παροχής ή έστω στοιχείο που διευκολύνει την απόδειξη της πρόθεσης ελευθεριότητας, δεν αποτελεί όμως αναγκαίο όρο που αποτρέπει το χαρακτηρισμό μιας παροχής ως μισθολογικής (Κουκιάδης, 2005, 589).
Στην περίπτωση που ο εργοδότης δεν έχει επιφυλαχθεί για την ανάκληση της παροχής, αυτή θεωρείται συμβατική προσαύξηση που δίδεται κατά την βούληση των μερών ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, και συμπληρώνει την έννοια του συμβατικού μισθού.
γ. Σε περίπτωση που ο εργοδότης χορηγεί σε κάποιους εργαζόμενους ποσά πέραν των οριζομένων από ΣΣΕ ή άλλες κανονιστικές διατάξεις, προσαυξάνοντας τις καταβαλλόμενες αποδοχές τους και τα ποσά αυτά καταβάλλονται τακτικά, κάθε μήνα, ενώ από τις αποδείξεις μισθοδοσίας δεν προκύπτει ότι το ποσό, πέραν του ελαχίστου της ΣΣΕ, καταβάλλεται για κάποια συγκεκριμένη αιτία ή υπάρχει επιφύλαξη ανάκλησής του, αντιθέτως εμφανίζεται ως συμβατικός καταβαλλόμενος μηνιαίος μισθός. ο συμβατικός μισθός δεν μπορεί να μειωθεί μονομερώς από τον εργοδότη, καθώς αυτό αποτελεί μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του εργαζόμενου.
 Β. ΑΛΛΩΣΤΕ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΟΛΕΣ ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΛΛΕΠΑΛΛΗΛΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ, ΠΥΣ ΚΑΙ ΠΝΠ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΕΙ / ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ Ν. 1876/1990 ΠΕΡΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ (ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΡΗΤΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΑΓΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ) :

Άρθρο 7
Ισχύς συλλογικής σύμβασης εργασίας.
1.  Οι κανονιστικοί όροι  της  συλλογικής  σύμβασης  εργασίας  έχουν
άμεση και αναγκαστική ισχύ.
2.   Οι  όροι  ατομικών  συμβάσεων εργασίας, που αποκλίνουν από τους
κανονιστικούς   όρους    συλλογικών    συμβάσεων    εργασίας,    είναι
επικρατέστεροι,   εφ`   όσον   παρέχουν   μεγαλύτερη  προστασία  στους
εργαζόμενους.

3.  Όροι  εργασίας  συλλογικών   συμβάσεων   εργασίας,   που   είναι
ευνοϊκότεροι  για  τους  εργαζόμενους, υπερισχύουν των νόμων, εκτός αν
πρόκειται για διατάξεις αναγκαστικού δικαίου με αμφιμερή ενέργεια.

 ΔΗΜΗΤΡΗΣ  ΣΠ. ΠΕΡΠΑΤΑΡΗΣ
    Δικηγόρος Εργατολόγος

Πηγή : ΟΙΕΛΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα επώνυμα σχόλια έχουν περισσότερες πιθανότητες να δημοσιευτούν...