Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

Σε ποιο δάσκαλο απευθύνεστε;

Κυκλοφόρησε πρόσφατα στα σχολεία μας ένα άρθρο του Βασίλη Καραποστόλη από την εφημερίδα "Καθημερινή" (29/10/2011) με τον τίτλο "Γράμμα σ'ένα νέο δάσκαλο", το οποίο πράγματι προκάλεσε το ενδιαφέρον μας, αν και, δυστυχώς, όχι με τον τρόπο που θα επιθυμούσαμε.

   Το άρθρο είναι γραμμένο σε μορφή επιστολής και - παρά τον τίτλο του- θα πρέπει να υποθέσουμε ότι δεν αφορά μόνο στους νέους δασκάλους, αφού μοιράστηκε σε πολλούς συναδέλφους, ανεξαρτήτως ηλικίας.

   Ξεκινώντας με τη "φιλική" προσφώνηση : "αγαπητέ μου συνάδελφε", ο κ. Καραποστόλης επιδιώκει, προφανώς, με τη χρήση του β' ενικού προσώπου να προσδώσει έναν τόνο οικειότητας και αμεσότητας στο κείμενό του. Η γλώσσα του, απλή και κατανοητή, ελάχιστες φορές καταφεύγει σε πιο επιτηδευμένες εκφράσεις, ενώ το ύφος απηχεί τη γλαφυρότητα και το λυρισμό μιας άλλης εποχής με συναισθηματικές εντάσεις που εύστοχα όμως εξισορροπούνται από την προφορικότητα του λόγου, ώστε να μην ακούγονται πομπώδεις. Είναι, σαφώς, δημιούργημα κάποιου που γνωρίζει άριστα τη χρήση της ελληνικής γλώσσας, εξάλλου ο κ. Καραποστόλης είναι καθηγητής Πανεπιστημίου.

   Είναι επίσης ένα κείμενο φαινομενικά καλοπροαίρετο. Φαινομενικά, γιατί όσο προχωρά κάποιος στην ανάγνωσή του δεν μπορεί να μη διαπιστώσει πως ο συγγραφέας, παρά το φιλικό του τόνο, υιοθετεί το ρόλο της "αυθεντίας" , του "παντογνώστη αφηγητή", που γνωρίζει τις πράξεις, τις σκέψεις και τα συναισθήματα του δασκάλου καλύτερα κι απ'αυτόν τον ίδιο. Εκ προοιμίου λοιπόν, υποτιμά και υποβιβάζει τον υποτιθέμενο "παραλήπτη" της επιστολής και συνεχίζει ακόμα πιο επικριτικά διαπιστώνοντας ότι είναι ένας μίζερος ανθρωπάκος που κάνει επάγγελμα τη διάδοση της απογοήτευσής του, ανίκανος να συναισθανθεί τη σημασία του λειτουργήματος που επιτελεί και την ευθύνη του απέναντι στη νέα γενιά.

   Δηλαδή μας κατηγορείτε ότι δεν κάνουμε σωστά τη δουλειά μας, κύριε καθηγητά; Με ποιο δικαίωμα καταλήγετε σε τέτοια συμπεράσματα; Ποιος ξεχνά το χρέος του απέναντι στα παιδιά; Ο δάσκαλος που είναι εκεί και αγωνίζεται δίπλα τους κάθε μέρα; Που είναι εκεί όταν έχει πυρετό, είναι εκεί όταν είναι άρρωστο το παιδί του, είναι εκεί όταν έχει χάσει μάνα ή αδελφή ή σύζυγο και, ναι, είναι εκεί και με ψαλιδισμένο μισθό και όταν δεν έχει λεφτά να βάλει βενζίνη στο αυτοκίνητό του και να εξοφλήσει το λογαριασμό της ΔΕΗ; Που μαθαίνει στα παιδιά των άλλων γράμματα, ενώ δεν μπορεί πια να πληρώσει τα φροντιστήρια του δικού του παιδιού; Σ'αυτόν το δάσκαλο απευθύνεστε; Που σφίγγει τα δόντια και κάνει κουράγιο κάθε μέρα για να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του; Γιατί αυτός είναι ο δάσκαλος του 2011. Και όσοι δάσκαλοι γνωρίζουμε εμείς -και είναι πολλοί- εξακολουθούν να φυλάνε Θερμοπύλες και σε καμιά περίπτωση δεν εκτονώνουν πάνω στα παιδιά την πικρία τους. Γιατί έχουν ζήσει ανάμεσα σε παιδιά όλη τη ζωή τους, γιατί οι περισσότεροι είναι γονείς και οι ίδιοι και νιώθουν καλύτερα απ'τον καθένα τις ευαισθησίες και τις ανάγκες της νέας γενιάς.

   Αυτό όμως δε σημαίνει πως αυτή η γενιά πρέπει να μεγαλώσει αδαής και προστατευμένη από κάθε εξωτερικό ερέθισμα, πως το σχολείο πρέπει να γίνει η «νησίδα», όπου θα υπάρχει μια ιδιότυπη ασυλία απ’όσα άδικα  και ανεπίτρεπτα γίνονται στον έξω κόσμο. Γιατί έτσι, αυτόματα, αναιρείται ο ισχυρισμός σας πως τα παιδιά πρέπει, πρώτα απ’όλα, να μάθουν να σκέπτονται, να κατανοούν και να κρίνουν. Σκέφτεται  όποιος γνωρίζει, όχι όποιος αγνοεί. Τα παιδιά μας είναι μέλη αυτής της κοινωνίας, είναι τα καινούρια της κύτταρα και αν κάτι σ’αυτή την κοινωνία είναι σαθρό, σαφώς και πρέπει να το γνωρίζουν, στο μέτρο , βέβαια, που μπορούν-στην ηλικία τους- να το κατανοήσουν.

   Δεν μπορούμε να «προστατεύσουμε» τα παιδιά μας απ’τον κόσμο. Ένα από τα προβλήματα αυτής της κοινωνίας είναι ακριβώς ότι μεγάλωσε μια γενιά πολιτών «του καναπέ» που έκλειναν τα αυτιά και τα μάτια τους για πολύ καιρό σε όλα τα κακά προμηνύματα, ζώντας, χειραγωγούμενοι, σε μια εικονική πραγματικότητα που τώρα καταρρέει σαν εφιαλτικό video game. Το «φτύσιμο» όπως το λέτε, αυτής της πραγματικότητας δεν είναι  πια, δυστυχώς, μόνο ένα εφηβικό παιχνίδι. Όχι στους καιρούς που ζούμε.

   Ούτε ξέρει βέβαια ο δάσκαλος αν μπορεί να προστατεύσει τον κόσμο από τα παιδιά, αν θα βγουν από τα θρανία της τάξης του οι συνειδητοποιημένοι πολίτες του αύριο. Το προσπαθεί. Μα δε βοηθούν σ’αυτό οι στείρες ηθικολογίες ούτε οι συναισθηματικές αναφορές στο παρελθόν. Έντεχνη και «εύκολη» η αναφορά του άρθρου στον Παπαδιαμάντη, το σεβαστό γέροντα της Λογοτεχνίας μας, συνοδευόμενη μάλιστα από το ειρωνικό-επικριτικό σχόλιο για τον «αδαή» δάσκαλο που τάχα θα τον βρίσκει «ντεμοντέ». (Εσείς ο ίδιος δεν τον υποβαθμίζετε εδώ το δάσκαλο, κύριε καθηγητά; Δεν τον ενοχοποιείτε και πάλι;) Ακόμα πιο «εύκολη» η αναφορά στη «Ζούγκλα του μαυροπίνακα», μια μάλλον εμπορική ταινία, που απευθυνόταν, βεβαίως, κυρίως στην αμερικανική κοινωνία.

   Όχι, δε θα κοιτάξουμε 50 και 100 χρόνια πίσω, για να ανακουφιστούμε που έχουμε ακόμα ένα πιάτο φαΐ στο τραπέζι μας και να νιώθουμε ικανοποιημένοι με τη μετριότητα που μετατρέπεται ραγδαία σε εξαθλίωση. Εξάλλου, αν στρέψουμε τη ματιά μας στο παρελθόν, εκτός από το δάσκαλο του Παπαδιαμάντη, θα δούμε και το δάσκαλο του Καζαντζάκη με τη βίτσα που μάτωνε τα χέρια των μαθητών. Το σκεφτήκατε αυτό;

   Είμαστε οι δάσκαλοι του σήμερα και αξίζουμε ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής σήμερα. Κι αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι από καθέδρας κηρύγματα και νουθεσίες, αλλά τη διαβεβαίωση ότι αυτοί που βρίσκονται πάνω από μας και καθορίζουν το μέλλον μας θα στηρίξουν το σώμα μας, την υγεία μας, το σπίτι μας, την οικογένειά μας, για να μπορέσουμε εμείς να συνεχίσουμε να προσφέρουμε την ψυχή μας στην παιδεία, όπως κάναμε μέχρι τώρα.

Από το Δ.Σ. του Συλλόγου Δασκάλων και Νηπιαγωγών της Φ.Ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα επώνυμα σχόλια έχουν περισσότερες πιθανότητες να δημοσιευτούν...